Δευτέρα 29 Απριλίου 2013

Χάνοντας τον λόγο


Οι παντός τύπου κρίσεις δεν είναι ποτέ μονόπλευρες. Για να υπάρξει οικονομική, σημαίνει ότι υπάρχει κοινωνική ή πολιτική ή πολιτισμική, αλλά και διάφοροι συνδυασμοί με διαφορετικές χρονικές ιεραρχίες, όλων αυτών των τύπων˙ ανάλογα τις περιόδους, τις ιστορικές, κοινωνικοπολιτικές συγκυρίες, κλπ. Με τον ίδιο τρόπο, τα αποτελέσματα ενός τύπου κρίσης, μπορούν να φανούν και στα αποτελέσματα άλλων τύπων.

Ένα τέτοιο αποτέλεσμα φαίνεται πλέον καθημερινά και στον δημόσιο λόγο. Όχι μόνο στην ποιότητά του, αλλά και στην επιπολαιότητα του περιεχομένου του. Ίσως να έχουμε συνηθίσει πλέον στα κεφαλαία, τα greeklish, και τα ανορθόγραφα κείμενα που έχουν πλημμυρίσει το διαδίκτυο, σε τέτοιο βαθμό, που στην καλύτερη περίπτωση αν δεν τα σατιρίσουμε, απλά τα προσπερνάμε. Επειδή έχουν γίνει μέρος της καθημερινότητάς μας. Έχουν ενσωματωθεί στο σύνολο της πληροφορίας που λαμβάνουμε, χωρίς να υπάρχει κάποια τάση εξάλειψής τους. Αντιθέτως, δημιουργείται η εντύπωση πως πληθαίνουν. Πλέον είναι φυσιολογικό στην συλλογική μας ηθική να βλέπουμε έναν βουλευτή, ανεξαρτήτου πολιτικού χώρου, ή έναν καθηγητή ή ένα οποιοδήποτε δημόσιο πρόσωπο να εκφράζεται με περιεχόμενο και λεξιλόγιο «του δρόμου». Μας είναι οικεία η μεγάλη ένταση της φωνής, άνευ ουσιαστικού περιεχομένου, καθώς εμμένουμε περισσότερο στην γενικότερη ένταση παρά στο διά ταύτα.

Στα μάτια μου, αυτή η υποβάθμιση του γραπτού λόγου, αποτυπώνει την γενικότερη υποβάθμιση κάθε τύπου λόγου. Δημοσίου, προφορικού, επικοινωνιακού, κλπ. Και όσοι κατηγορούμαστε για ελιτισμό, ή μορφωτικό σνομπισμό, καλούμαστε να υποβαθμίσουμε και τον δικό μας λόγο για να βρούμε μία κοινή βάση επικοινωνίας. Όπως κάποιος που γράφει σωστά, αδυνατεί να πάρει στα σοβαρά ένα κείμενο γεμάτο ορθογραφικά λάθη, ανεξαρτήτως περιεχομένου, έτσι και κάποιος που έχει μάθει να εκφέρει ορθό και επικοινωνιακό λόγο, δηλαδή αφήνοντας περιθώρια διαλόγου και αμοιβαίας επιχειρηματολογίας, χωρίς προσωπικούς χαρακτηρισμούς, αδυνατεί να επικοινωνήσει ουσιαστικά με κάποιον «ανορθόλογο». Και αυτές οι αδυναμίες δεν είναι τόσο περιπτώσεις σνομπισμού, όσο διαφορετικού τρόπου σκέψης που δεν μπορεί να βρει κοινές βάσεις με άλλους. Άλλωστε, ο απώτερος σκοπός ενός διαλόγου ή δημοσίου λόγου είναι η αμοιβαία και εις βάθος κατανόηση και η ζύμωση ιδεών για την παραγωγή νέων. Ο ποιοτικότερος λόγος δεν εξασφαλίζει απαραίτητα αυτή τη συνθήκη, αλλά σίγουρα κινείται προς αυτή πιο άμεσα και πιο αποδοτικά.

Τα τελευταία τρία χρόνια, η οικονομική κρίση, ανέδειξε την πολιτική κρίση, που ανέδειξε την κοινωνική, και αυτή με τη σειρά της, την διαλεκτική. Μοιάζει με μία ατελείωτη ανατροφοδοτούμενη λούπα. Όσο πέφτει το βιοτικό επίπεδο, τόσο απαξιώνεται η κοινωνία ως οντότητα που θα πρέπει να έχει απαραίτητα συλλογικό και αλληλέγγυο χαρακτήρα υπό την αμοιβαία συμφωνημένη λειτουργία των θεσμών. Και όσο απαξιώνεται η κοινωνία, τόσο απαξιώνονται οι τρόποι με τους οποίους η ίδια η κοινωνία επικοινωνεί, συνδιαλέγεται και συναλλάσσεται.

Σε ατομικό επίπεδο, όμως, αυτό δεν θα έπρεπε να αποτελεί δικαιολογία. Η απαξίωση του λόγου δεν είναι άλλοθι για προσωπική απαξίωση και μικρότερη διαλεκτική προσπάθεια. Όπως και η απαξίωση των θεσμών δεν σημαίνει αυτόματα και την κατάργησή τους. Τουναντίον, όλες αυτές οι καταστάσεις δείχνουν την μεγαλύτερη ανάγκη που προκύπτει, ώστε να ενισχυθεί η ποιότητα του λόγου, της επικοινωνίας και εν τέλει του πραγματικού διαλόγου.


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...